Τεχνοκρατία και Δημοκρατία στη Σύγχρονη Διακυβέρνηση

Οι Εκδόσεις Παπαζήση παρουσίασαν το βιβλίο του Απόστολου Παπατόλια

Τεχνοκρατία και Δημοκρατία στη Σύγχρονη Διακυβέρνηση 

Για το βιβλίο μίλησαν οι:

Ευάγγελος Βενιζέλος
Καθηγητής ΑΠΘ, πρώην Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης

Λούκα Κατσέλη
Ομότιμη Καθηγήτρια ΕΚΠΑ, πρώην Υπουργός

Δημήτρης Παπαστεργίου
Υπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης

Την εκδήλωση συντόνισε ο Γιώργος Σεφερτζής
Πολιτικός Αναλυτής

Στην τοποθέτηση του ο κ. Ευάγγελος Βενιζέλος  τόνισε:
“Ποιος  μπορεί να πει σε έναν λαό κάνει επιλογές ως εκλογικό σώμα και αποφασίζει στο πλαίσιο μίας δημοκρατίας η οποία αναδεικνύει τα όργανα που προβλέπει το Σύνταγμα, όχι γιατη διακυβέρνηση (governance)  αλλά για την κυβέρνηση  (government), ότι έκανες τις επιλογέςσου, τις ξανάκανες, είσαι άξιος της μοίρας σου… Ο μόνος που μπορεί να το πει αυτό είναι ηιστορία. Η ιστορία όμως σου λέει με καθυστέρηση ότι οι επιλογές που έκανες και ξανάκανες, ασκώντας τα δημοκρατικά σου δικαιώματα, οδήγησαν εκεί που οδήγησαν. Αυτό  το μαθαίνεις εκ των υστέρων. Είναι υπερβολικό να ζητάς μία ιστορική αίσθηση ή μία ιστορική ευθύνη ή μία ιστορική διορατικότητα ή επίγνωση, όταν ο καθένας είναι αιχμάλωτος της συγκυρίας μέσα στην οποία εξελίσσονται τα πράγματα. Άρα, λοιπόν, η νεκροψία πάντα σου λέει ότι, «ξέρεις, ας πρόσεχες». Σε αυτό το ερώτημα κατά βάθος επιχειρεί να απαντήσει ο Απόστολος Παπατόλιας με το βιβλίο αυτό, ένα πολύ φιλόδοξο και επικίνδυνο ερώτημα και έχει τη σκευή που του επιτρέπει να ασχοληθεί με το θέμα. Είναι ένας συγκροτημένος, με στέρεη γνώση, συνταγματολόγος που έχει ασχοληθεί με τη θεωρία του Συντάγματος, έχει μεγάλη τριβή με το Δημόσιο Δίκαιο γενικότερα, έχει επαφή με την πολιτική και με τους καταναγκασμούς της πολιτικής, έχει υπηρετήσει στην τοπική αυτοδιοίκηση, έχει υπηρετήσει σε ανεξάρτητες αρχές, είναι πάντα συνδεδεμένος με την ακαδημαϊκή κοινότητα γιατί είναι πάντα ερευνητής και συγγραφέας. Ως εκ τούτου καταπιάνεται με μεγάλα και δύσκολα θέματα όπως είναι το θέμα αυτό. Προφανώς ο συγγραφέας δεν θέλει να απαντήσει σε κοινότοπα ερωτήματα στα οποία έχουν δοθεί εδώ και αιώνες γνωστές και κοινότοπες απαντήσεις. Ψάχνουμε προφανώς κάτι άλλο, ψάχνουμε να απαντήσουμε στο ερώτημα πώς λειτουργεί η δημοκρατία  ως μέθοδος νομιμοποίησης της εξουσίας τώρα, σε ένα σύγχρονο κράτος, το οποίο έχει πάψει να είναι βεστφαλικό, εθνικό κράτος και έχει καταστεί «κράτος μέλος»  γενικά. Άρα, η ίδια η πολιτική πλέον για να μπορέσει να αντιμετωπίσει όλο αυτό το φάσμα θεμάτων έχει τεχνοκρατικές αξιώσεις.
Σημασία έχει εάν τα μεγάλα συστήματα του κράτους λειτουργούν. Όταν υπάρχει αποτελεσματικότητα, υπάρχει ικανοποίηση και λύνονται προβλήματα. Είμαστε ικανοποιημένοι από τον τρόπο λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης, του εθνικού συστήματος υγείας, του εκπαιδευτικού συστήματος, της αστυνομίας, των ενόπλων δυνάμεων; Μπορεί να λειτουργήσει το κράτος αυτό ως κράτος πολιτικής προστασίας; Όπως έχω πει σε ένα πρόσφατο άρθρο μου με αφορμή τα γεγονότα της Θεσσαλίας, είναι το κράτος αυτό ικανό να λειτουργήσει ως κράτος πολιτικής προστασίας και να αναδιοργανώσει τη λειτουργία όλου του συστήματος προς την κατεύθυνση αυτή; Θα μου επιτρέψετε να αμφιβάλλω. Δεν μπορούμε σήμερα να διαχειριστούμε αυτές τις προκλήσεις που είναι προκλήσεις καταλυτικές για τη λειτουργία του κράτους, για τη νομιμοποίηση της δημοκρατίας, για την ποιότητα της ζωής».

Τα βασικά σημεία της κυρία Λούκας Κατσέλη στην εισήγητης:

Α) Η άναρχη και αρρύθμιστη παγκοσμιοποίηση, η συγκέντρωση πρωτοφανούς οικονομικής ισχύος σε λίγους πολυεθνικούς ομίλους, η εντεινόμενη ποδηγέτηση των κέντρων λήψης αποφάσεων από ιδιωτικά συμφέροντα και εξωθεσμικούς παράγοντες και η χειραγώγηση των καταναλωτών μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης παράγουν συστημικές κρίσεις ενώ έχουν μειώσει επικίνδυνα τους βαθμούς ελευθερίας των εθνικών κρατών στην άσκηση δημόσιας πολιτικής και στη διαχείριση των κρίσεων.

Β) Η προϊούσα αποδυνάμωση του εθνικού κράτους  εντείνει την αναζήτηση ενός φαινομενικά ισχυρού και σταθερού Κέντρου Διακυβέρνησης , ενός κατ’ επίφαση “Επιτελικού Κράτους”, που οδηγεί σε  ένα πρωθυπουργοκεντρικό, συγκεντρωτικό  και συνήθως αδιαφανές πρότυπο διακυβέρνησης. Το πρότυπο αυτό χρησιμοποιεί συχνά την άποψη “ειδικών ” ως κυρίαρχη δικαιολογητική βάση των επιλογών του.

Γ) Αν και η αξιόπιστη επιστημονική βάση και η ενσωμάτωση της επικαιροποιημένης γνώσης αποτελούν απαραίτητες προϋποθέσεις για την άσκηση αποτελεσματικής διακυβέρνησης, η  μετάθεση πολιτικής εξουσίας  σε ειδικούς και τεχνοκράτες , σε συνδυασμό με την  εμπορευματοποίηση πολλών δημόσιων αγαθών και υπηρεσιών και παράλληλη ενίσχυση διεθνών “δικτύων ειδημοσύνης”  έχουν εξασθενήσει τη διαφάνεια και λογοδοσία στη λήψη αποφάσεων, με αποτέλεσμα την υπονόμευση της ίδιας της δημοκρατίας.

Δ) Η ενίσχυση της διαφάνειας και λογοδοσίας στη λήψη αποφάσεων και στην υλοποίηση τους, η προαγωγή της ανοικτής συμμετοχικής διαβούλευσης και η παρακολούθηση και αξιολόγηση αποτελεσμάτων αποτελούν προτεραιότητες αν δεν θέλουμε να διευρυνθεί ακόμα περισσότερο το έλλειμμα εμπιστοσύνης στο πολιτικό σύστημα, η αποπολιτικοποίηση, η αποχή, η εδραίωση μιας επίπλαστης «εικονιστικής δημοκρατίας».

Ε) Θεσμοί όπως ο Δημοκρατικός Προγραμματισμός, η Διαύγεια, το open gov, το ΑΣΕΠ, οι Ανεξάρτητες Αρχές θα πρέπει να  αναμορφωθούν και ενισχυθούν όπου χρειάζεται ώστε να αποτελέσουν πυλώνες μιας χρηστής δημοκρατικής διακυβέρνησης. Στο πλαίσιο αυτό επιβάλλεται  να θεσμοθετηθεί ένα ανεξάρτητο Παρατηρητήριο Παρακολούθησης και Αξιολόγησης  που θα παρακολουθεί και θα αξιολογεί την εφαρμογή και τα αποτελέσματα των Δημόσιων Πολιτικών.

ΣΤ)  Η υπέρμετρη “τεχνοκρατικοποίηση” της πολιτικής οδηγεί μαθηματικά σε κρίση εμπιστοσύνης του πολίτη τόσο ως προς το πολιτικό σύστημα και τους δημοκρατικούς θεσμούς όσο και προς την ίδια την εγκυρότητα των επιστημονικών θέσεων και απόψεων που διατυπώνονται. Η ευθύνη των ίδιων των τεχνοκρατών είναι μεγάλη. Καθώς οι  επιστημονικές τοποθετήσεις συχνά διαφέρουν ή/και επηρεάζονται από ιδεολογικές και πολιτικές προτιμήσεις ή και προσωπικές επιδιώξεις, είναι απαραίτητο να ενισχυθεί ο ανοικτός επιστημονικός διάλογος και η αντιπαράθεση ιδεών με συστηματικό και αξιόπιστο τρόπο . Ο ρόλος των Πανεπιστημίων, των Κέντρων Έρευνας, των Τhink Tanks είναι καθοριστικός.

Ζ) Για να στηριχθεί η δημοκρατία θα πρέπει να ενισχυθεί παράλληλα η διαπαιδαγώγηση του πολίτη και ν’ αναδειχθούν δημοκρατικά πρότυπα   διακυβέρνησης τόσο μέσα από το εκπαιδευτικό σύστημα όσο και από τα μέσα μαζικής επικοινωνίας και κοινωνικής δικτύωσης. Να εμπεδωθεί μια κουλτούρα ευθύνης του πολίτη και όχι μόνο δικαιωμάτων. Ευθύνη να επιλέξει, ως ύψιστος εντολέας, με αξιοκρατικά κριτήρια, τους εντολοδόχους του, να διεκδικήσει τη συμμετοχή του  στη διαδικασία λήψης αποφάσεων και την αξιόπιστη ενημέρωσή του, να παρακολουθήσει την εφαρμογή των μέτρων πολιτικής, να απαιτήσει την αντικειμενική αξιολόγηση αποτελεσμάτων…

Θα πρέπει με λίγα λόγια ν αποφασίσουμε ν΄αλλάξουμε. Να γκρεμίσουμε αυτά που υπονομεύουν ύπουλα την συλλογική δράση, την ισονομία, το κράτος δικαίου, την βιώσιμη ανάπτυξη, τη δημοκρατία και να χτίσουμε μια πιο ανθεκτική, διαφανή, χρηστή  και αποτελεσματική διακυβέρνηση…

Ο συγγραφέα Απόστολος Παπατόλιας είπε μεταξύ των άλλων:

Η «τεχνοκρατική δημοκρατία» θέλει τους θεσμούς της κοινοβουλευτικής και κοινωνικής διαμεσολάβησης να υποχωρούν. Αυτός ο τύπος δημοκρατίας στηρίζεται περισσότερο στις αποφάσεις των γραφειοκρατικών δομών της κυβέρνησης και λιγότερο στους θεσμούς της λαϊκής κυριαρχίας. Από την άλλη πλευρά, το βασικό χαρακτηριστικό της «ανελεύθερης δημοκρατίας» τύπου Όρμπαν, είναι ότι οι κρατικές λειτουργίες αυτονομούνται πλήρως από το δημοκρατικό τους έρεισμα και δεν ισοσταθμίζονται από κανένα δικαιοκρατικό αντίβαρο. Η ίδια αυτονόμηση υπάρχει και στην «τεχνοκρατική δημοκρατία» με διαφορετικό ιδεολογικό υπόβαθρο: δεν είναι ο
αυταρχικός ηγέτης που εκφράζει αδιαμεσολάβητα τον «λαό», αλλά η τεχνοκρατική ορθοδοξία που επιβάλλεται ως πολιτικός μονόδρομος (ΤΙΝΑ). Απέναντι στις δύο αυτές ανησυχητικές εκδοχές είναι ανάγκη να προασπίσουμε μια αντίληψη για τη διακυβέρνηση ως «ανοικτό σύστημα» που ενσωματώνει την τεχνοκρατική γνώση ως παράγοντα της δημοκρατικής λειτουργίας του πολιτικού συστήματος και όχι ως υποκατάστατό του. «Να πολιτικοποιήσουμε τους τεχνοκράτες», επομένως, ή «να τεχνοκρατικοποίησουμε την πολιτική»; Θέλουμε τεχνοκράτες πολιτικοποιημένους που θα συμμετέχουν στη λειτουργία των κομμάτων και σε εκλογικές διαδικασίες, ενώ δεν μπορούμε να αρνηθούμε ότι μπορεί να είναι χρήσιμη η συμμετοχή τους σε κυβερνητικά σχήματα. Πρωτίστως, όμως, χρειάζεται να «τεχνοκρατικοποιήσουμε την πολιτική», υπό την έννοια της προγραμματικής και επιχειρησιακής τεκμηρίωσης των αποφάσεων και της αντίστασης στις πελατειακές και εξωθεσμικές πιέσεις.
Αυτή η τεχνοκρατία είναι το απαραίτητο συμπλήρωμα της πολιτικής και της κοινωνικής δημοκρατίας.

Exit mobile version